Δημιουργία τράπεζας αποξηραμένων δειγμάτων

 
Σε περίπτωση που θέλουμε να δημιουργήσουμε τράπεζα αποξηραμένων δειγμάτων, θα πρέπει να αποξηράνουμε πλήρως τα δείγματα μας. Αν είναι μεγάλα και σαρκώδη θα πρέπει να τα τεμαχίσουμε ώστε να αποξηρανθούν εγκαίρως (πριν δηλ. αλλοιωθούν) και πλήρως, σε κατάσταση που να σπάζουν όταν προσπαθούμε να τα λυγίσουμε. Αφού αποξηρανθούν τα κλείνουμε σε χάρτινα ή σε πλαστικά σακουλάκια που κλείνουν ερμητικά, γράφουμε σε ετικέτα που κολλάμε πάνω στο σακουλάκι τον αύξοντα αριθμό του είδους και τα καταψύχουμε για μία εβδομάδα. Μετά από την κατάψυξη το τοποθετούμε σε κουτιά αποθήκευσης όπου έχουμε εντομοαπωθητικά και σκοροκτόνα.

Κάθε χρόνο επανακαταψύχουμε τα αποθηκευμένα δείγματά μας. Ο αριθμός της ετικέτας του αποθηκευμένου δείγματος αντιστοιχεί στις
φωτογραφίες του είδους και στο αρχείο που κρατάμε.

Στο αρχείο σημειώνουμε:
-την ημερομηνία
-τη θέση (πλησιέστερο οικισμό, βουνό, ποταμό ή λίμνη)
-το υψόμετρο
-τον ξενιστή ή το υπόστρωμα και την ιδιαιτερότητά τους (π.χ. καμένο έδαφος, υγρό, κοπρισμένο ή αμμώδες έδαφος, χούμος, φρέσκια ή χωνεμένη κοπριά, ζωντανό ή νεκρό, έμφλοιο ή άφλοιο ξύλο, γρασίδια, βρύα, κλπ.)
-οσμή
-γεύση (δοκιμάζουμε και φτύνουμε, δεν καταπίνουμε)
-διαστάσεις
-πιθανούς μεταχρωματισμούς σε χημικά αντιδραστήρια
-πόρους ή ακίδες / χιλ. στα πορώδη ή ακανθώδη είδη αντίστοιχα και ό,τι άλλο εκτιμούμε ως σημαντικό στοιχείο που πρέπει να καταγραφεί.

Επισημαίνω ότι ενώ για μικροσκοπική εξέταση χρειαζόμαστε ώριμα καρποσώματα για φυλογενετική ανάλυση προτιμούμε τα νεαρά (ακόμη και ανώριμα) και όσο το δυνατόν καθαρά (από χώμα, άμμο, φύλλα κτλ.) καρποσώματα.

(Copyright: Γιώργος Κωνσταντινίδης: Μανιτάρια της Ελλάδος, οδηγός τσέπης, 2020, αυτοέκδοση)