Το κοινό Crinipellis scabella (Alb. & Schwein.) Murrill (=Crinipellis stipitaria (Fr.) Pat.) BK3/204, FN288, C5/1882, JM1003, Cο491, Ke192, Mο169, RM LV-N1-54, Κ3-201) καρποφορεί καλοκαίρι και φθινόπωρο, κατά ομάδες συχνά από συναθροιζόμενα καρποσώματα, σε ξερά ή φτωχά λιβάδια, σε ξέφωτα, σε χερσότοπους, πάνω σε νεκρά και σπανιότερα σε ζωντανά γρασίδια, ρίζες γρασιδιού, κοτσάνια φυτών, άλλα φυτικά υπολείμματα ή και φλοιό δέντρων και παράγει πολύ μικρά έως μικρά βασιδιώματα με αρχικά ημισφαιρικό ή καμπανόμορφο, σχεδόν επίπεδο, κυματιστό, ελαφρώς ομφαλώδες ή μερικές φορές με μικρή θηλή αργότερα, ινώδες ή λεπιδωτό, θαμπό, ξερό, λευκοκρέμ ή αργιλόχρωμο με ομόκεντρους, πορτοκαλοκαφετιούς ή κοκκινοκαφετιούς κύκλους και πιο βαθύχρωμο κέντρο καπέλο (Ø 0,8-1,2 (2) εκ.), οδοντωτή στην ωριμότητα περίμετρο, κρεμ, μεμβρανώδη σάρκα, με ελαφριά, αρωματική οσμή, ήπια γεύση, λευκωπά ή κρεμ, πλατιά, ελαφρώς κατερχόμενα ή σχεδόν ελεύθερα ελάσματα με λείες ή οδοντωτές ακμές, κυλινδρικό, μερικές φορές πλατύτερο στην κορυφή, κυματιστό ή ευθυτενές, σκληρό, συμπαγές αρχικά, κούφιο τελικά, λεπτό πόδι (1-3 x 0,03-0,1 (0,2) εκ.), έντονα χνουδωτό και ινώδες, με βαθυκόκκινες, σκωριόχρωμες ή γκριζοκαφετιές αποχρώσεις και πλατιά ελλειπτικά με σχήμα από κουκούτσι ή αμύγδαλο, λεία, υαλώδη, μη δεξτρινώδη βασιδιοσπόρια (β: (5,7) 7-8,5 (10,5) x (4) 4,5-5,5 (8 μm, ΛΚ1061: 8,4 – 8,9 x 5,4 – 6,6 µm), με σταγόνες και μακριές τρίχες πιλοδερμίδας (500-600 μm). Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: αδημοσίευτο αρχείο