Tricholoma equestre (L.) P. Kumm.
Ευρετήριο / Βασιδιομύκητες

Tricholoma equestre (L.) P. Kumm.
Το θανατηφόρο Tricholoma equestre (L.) P. Kumm. (=Tricholoma auratum Gillet, Tricholoma equestre var. albipes Peck, Tricholoma equestre var. equestre (L.) P. Kumm., Tricholoma equestre var. pinastreti (Alb. & Schwein.) Sacc., Tricholoma flavovirens var. albipes (Peck) H.E. Bigelow, Tricholoma flavovirens (Pers.) S. Lundell) (BK3/418, R311, C1/142, Μ9/864 & 1/39, JM1056, D243, Jo188, Co378, P34, Π79, Mo125, Κ3-298, Κ5-189, erowid.org, ως Tricholoma auratum: Μ1/39, Co379 και ως Tricholoma flavovirens: D242) καρποφορεί το φθινόπωρο, συνήθως κατά ομάδες, σε δάση πλατυφύλλων ή κωνοφόρων ή σε άκρες δασών ανάμεσα σε γρασίδι και παράγει μέτρια έως μεγάλα βασιδιώματα με αρχικά ημισφαιρικό-καμπανόμορφο, κυρτό ή σχεδόν επίπεδο αργότερα, μερικές φορές με αμβλύ ύβο, σχεδόν θαμπό (όταν είναι ξερή) ή ελαφρώς κολλώδες και γυαλιστερό (όταν είναι υγρό), κιτρινοκαφετί, κιτρινοπρασινωπό ή λαδοκαφετί καπέλο (διάμ. (4) 6-12 (15) εκ.) με ομόκεντρα, καφετιά λέπια, οξύληκτη και κυρτή, έντονα γυριστή σε νεαρή ηλικία, μερικές φορές κυματιστή περίμετρο, λεπτή, λευκωπή, κιτρινωπή κάτω από την επιδερμίδα σάρκα, μυρωδιά που αλευριού, ήπια γεύση αλευριού, κίτρινα από την αρχή, πλατιά, μερικά διχαλωτά, πυκνά (70-100), έγκοπτα ελάσματα με λείες ή ελαφρώς ινώδεις ακμές, κυλινδρικό ή κάπως ροπαλόμορφο, συμπαγές, λείο, μεταξένιο, λαδοκαφετί έως κιτρινοθειαφένιο πόδι (5-7 (10) x 1-2 (3) εκ.), μερικές φορές με καφετιά λέπια στη βάση και πλατιά ελλειπτικά, λεία, υαλώδη βασιδιοσπόρια (6-8,5 x 4-5,5 μm). Πηγή. Βασιδιομύκητες, αδημοσίευτο αρχείο, Γιώργου Κωνσταντινίδη