Geastrum rufescens Pers.
Ευρετήριο / Βασιδιομύκητες

Geastrum rufescens Pers.
Το μάλλον συνηθισμένο, δασικό, νιτρόφιλο Geastrum rufescens Pers. ( = Geastrum vulgatum Vittad.) (ΒΚ2/503, C2/789, M4/364, Kr2/117, JM194, D1079, P252, G518, Δ420, J454, PLS102, Κ3-811, Κ5-395, FND-LVI-LVII-89, GA102 και ως Geastrum vulgatum: ΕΕ231) καρποφορεί αρχικά υπογείως, καλοκαίρι και φθινόπωρο (και Δεκέμβριο στα παράκτια οικοσυστήματα), μοναχικά ή κατά ομάδες, αρχικά υπογείως, στο έδαφος πλατυφύλλων και κωνοφόρων, συνήθως σε αμμώδη και ασβεστώδη εδάφη, τόσο στα πεδινά όσο και στα ορεινά και παράγει μεγάλα, αρχικά σφαιρικά, κρεμιδόμορφα και αργότερα αστερόμορφα βασιδιώματα (διάμ. 3-8 (12) εκ. όταν είναι ανοιχτά), με σαρκορόδινο έως καφερόδινο, σαρκώδες (έως 5 χιλ. πάχος) εξωπηρίδιο, που μερικές φορές ροδίζει ή κοκκινίζει κατά περιοχές ή ολόκληρο και σύντομα σχίζεται σε (5) 6-9 (10) οξύληκτες, τριγωνικές μη υγροσκοπικές ακτίνες που κατά την ωριμότητα ραγαδιάζουν και στρέφονται προς το έδαφος, με λεπτό φλοιό από κόκκους άμμου, χώματος ή υπολείμματα φυλλοστρώματος στο εξωτερικό στρώμα, σαρκώδες (3-4 χιλ.) , κοκκινοκαφετί εσωτερικό στρώμα με εντόνως σαρκορόδινες περιοχές, που όταν ξεραίνεται σκληραίνει, λεπταίνει (1-2 χιλ.), ραγαδιάζει έντονα και τελικά, μετά από έντονες βροχοπτώσεις, εξαφανίζεται, υποσφαιρικό σπορόσακο (διάμ. 1,5-3 (4) εκ.) με μορφή χάρτινης φούσκας, συνήθως ± εμφανή απόφυση, λείο, ωχροκαφετί ή γκριζοκαφετί ενδοπηρίδιο, χωρίς ή με πολύ κοντό πόδι, ξεφτισμένο, χωρίς αυλακώσεις και στεφάνι περιστόμιο, σφαιρικά βασιδιοσπόρια ((3,5) 4-4,5 (5) μm, χωρίς τις προεξοχές, Κ (7787): 3,75-4,7 μm) με 15 περίπου ευκρινείς προεξοχές μήκους 0,5-1 μm στην περίμετρο, παχύτοιχες, εντόνως κρουστώδεις, καφετιές υφές διαπλέγματος κόμης (x (2) 6-10 μm, Κ (7787): x 3-8,5 (12) μm) μικρό, σφαιρικό ή ροπαλόμορφο κιονίσκο και πορφυροκαφετί σποριοαποτύπωμα.
Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Γαστρομύκητες Επίγειοι (αδημοσίευτο αρχείο)