Agaricus litoralis (Wakef. & A. Pearson) Pilát
Ευρετήριο / Βασιδιομύκητες

Agaricus litoralis (Wakef. & A. Pearson) Pilát
Το Agaricus litoralis (Wakef. & A. Pearson) Pilát (=Agaricus maskae Pilát, Agaricus spissicaulis F.H. Møller) (C3/884, D492, Cο730, Gr36, T186, KMR57, Μο236, FAN5/58, Mο234, Ca4, 37 & 38, Κ5-98, ambbresadola.it) καρποφορεί σε λιβάδια, βοσκοτόπια και άκρες δρόμων, σε αμμώδη εδάφη ή σε βρυώδεις θέσεις, σε παράκτιες περιοχές ή σε θέσεις που έχουν αλάτι και παράγει μεγάλα, ογκώδη βασιδιώματα με σαρκώδες, λευκωπό, κρεμ ή γκριζωπό καπέλο (διάμ. 5-12 (20) εκ.) με επίμονα υπολείμματα του πέπλου στην περίμετρο, ογκώδες, λείο πόδι (2,5-7 (9) x 1,5-2,5 (5) εκ.) με επίμονο δαχτυλίδι και χοντρά ριζόμορφα που κιτρινίζουν, σάρκα που ροδίζει ελαφρώς και μεταχρωματίζεται σκωριόχρωμη ή ροδοπορτοκαλιά στη βάση του ποδιού, μυρωδιά μανιταριού, πικραμύγδαλου ή γλυκάνισου, πλατιά ελλειπτικά, αβγόμορφα ή υποσφαιρικά, λεπτότοιχα βασιδιοσπόρια ((5) 6,5-8,5 (9) x (4) 4,5-6,5 μm, ambbresadola.it: (5) 7-7,5 (9) x (4) 4,8-5,6 µm) και κυλινδρικά χειλοκυστίδια. RS±. Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Agaricales – Αγαρικοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)
Agaricus litoralis (Wakef. & A. Pearson) Pilát

Το Agaricus litoralis (Wakef. & A. Pearson) Pilát (=Agaricus maskae Pilát, Agaricus spissicaulis F.H. Møller) (C3/884, D492, Cο730, Gr36, T186, KMR57, Μο236, FAN5/58, Mο234, Ca4, 37 & 38, Κ5-98, ambbresadola.it, RM-LIV-1-21, RM-LIII-4-309, manitari.gr, ME) καρποφορεί από τον Απρίλιο έως τον Νοέμβριο στα ηπειρωτικά και έως τον Δεκέμβριο στα νησιά και τα παράκτια οικοσυστήματα, κατά ομάδες, σε σειρές ή ημικύκλια, σε λιβάδια, βοσκοτόπια, άκρες δρόμων ή ξέφωτα δασών, σε αμμώδη εδάφη, σε χορτώδεις ή βρυώδεις θέσεις ή σε θέσεις που έχουν αλάτι, τόσο σε παράκτια όσο και σε πεδινά ή ορεινά οικοσυστήματα και παράγει μεγάλα, ογκώδη βασιδιώματα με σαρκώδες, λευκωπό, κρεμ, γκριζωπό ή ωχρογκριζωπό λείο ή λεπιδωτό καπέλο (διάμ. (5) 6-12 (20) εκ.) με μικρά, ινώδη, κιτρινωπά ή ωχρογκριζωπά λέπια και επίμονα υπολείμματα του πέπλου στην περίμετρο, γκριζορόδινα, ροδοκαφετιά και τελικά πορφυρομαυριδερά, στενά, πυκνά (90-120), ελεύθερα ελάσματα, με λευκωπές ακμές, ογκώδες, λείο, συνήθως οξύληκτο πόδι (2,5-7 (9) x 1,5-2,5 (5) εκ.), μεμβρανώδες, κρεμαστό, αρκετά πλατύ στην αρχή, απλό, λεπτό, αρκετά επίμονο, μερικές φορές σχισμένο, λευκό δαχτυλίδι με λεία κάτω όψη, χοντρά ριζόμορφα που κιτρινίζουν, σκληρή, λευκή σάρκα που ροδίζει ελαφρώς και μεταχρωματίζεται σκωριόχρωμη ή ροδοπορτοκαλιά στη βάση του ποδιού, ασθενή μυρωδιά μανιταριού, πικραμύγδαλου ή γλυκάνισου, πλατιά ελλειπτικά, αβγόμορφα ή υποσφαιρικά, λεπτότοιχα βασιδιοσπόρια ((5) 6,5-8,5 (9) x (4) 4,5-6 (6,5) μm) και συνήθως σποραδικά και δυσδιάκριτα κυλινδρικά-βασιδιόμορφα χειλοκυστίδια. RS±.

Δημοσιεύτηκε από Μανιταρόφιλοι Ελλάδας στις Σάββατο, 24 Μαΐου 2014