Gymnopus fusipes (Bull.) Gray
Ευρετήριο / Βασιδιομύκητες

Gymnopus fusipes (Bull.) Gray
Το μάλλον ασυνήθιστο Gymnopus fusipes (Bull.) Gray (=Collybia contorta (Bull.) Sacc., Collybia crassipes (Schaeff.) Ricken, Collybia fusipes (Bull.) Quél., Collybia fusipes var. contorta (Bull.) Gillet, Collybia fusipes var. oedematopoda Gillet, Collybia lancipes (Fr.) Gillet, Collybia oedematopoda (Gillet) Sacc., Rhodocollybia fusipes (Bull.) Romagn.) (BK3/192, C1/106, M2/123, JM1022, D323, Jo152, Co520, P54, Δ212, Βο178, Mo154, ως Collybia contorta: Κ3-349, AN2-168 και ως Collybia crassipes (Schaeff.) M.M. Moser: Mo154) καρποφορεί από τον Μάιο έως τον Οκτώβριο, συνήθως κατά ομάδες από συμφυή βασιδιώματα, σαπροτροφικά σε πρέμνα και ρίζες νεκρών δέντρων, ή παρασιτικά σε βάσεις κορμών και ρίζες ζωντανών δέντρων ή μερικές φορές και σε γυμνό έδαφος και παράγει μικρά έως μέτρια βασιδιώματα με αρχικά κωνικό ή κυρτό, σχεδόν επίπεδο και ακανόνιστο αργότερα, μερικές φορές με αμβλύ ύβο, λείο, θαμπό, βαθύχρωμο κοκκινοκαφετί σε πρώιμο στάδιο, ξεθωριασμένο σαρκορόδινο ή καφετί αργότερα καπέλο (διάμ.3-8 (10) εκ.) με κοκκινοκαφετιά στίγματα, οξύληκτη, κάπως υγροφανή μερικές φορές, πιο ανοιχτόχρωμη από το κέντρο περίμετρο, λευκωπή, λεπτή, σκληρή, άοσμη σάρκα, ήπια γεύση, λευκωπά έως κοκκινοκαφετιά, πλατιά, μεροστυπικά (με δοντάκι) ελάσματα με λείες ακμές, με σκωριόχρωμες κηλίδες στην ωριμότητα, αυλακωμένο, μερικές φορές στριφογυριστό, ατρακτόμορφο, ριζόμορφο, σκληρό, συμπαγές αρχικά, σχεδόν κούφιο αργότερα, λείο, λευκωπό ή καφεκοκκινωπό πόδι (6-12 x 1-2 εκ.) με πιο ανοιχτόχρωμο το ανώτερο τμήμα, ελλειπτικά, λεία, υαλώδη βασιδιοσπόρια (4,5-6,5 x 2,5-4,5 μm), με σταγόνες και λευκό σποριοαποτύπωμα.
Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Agaricales – Αγαρικοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)